- κατάδω
- κατᾴδω και καταείδω (Α)1. (για πουλιά) α) κελαηδώβ) γεμίζω τον τόπο με το τραγούδι μου2. τραγουδώ σύμφωνα με κάτι3. τραγουδώ σύμφωνα με την επιθυμία κάποιου4. ευχαριστώ ή γοητεύω κάποιον με το τραγούδι μου5. τραγουδώ επωδή μαγείας6. ξεκουφαίνω κάποιον με το τραγούδι μου7. φρ. τραγουδώ σε όλη την έκταση της κλίμακας8. «κατᾴδειν δεῑπνον» — κάνω ευχάριστο το δείπνο με τραγούδια9. μέσ. κατᾴδομαιβάζω κάποιον και μού τραγουδά10. παθ. με μαγική επωδή εξαναγκάζομαι να πράξω κάτι.[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)-* + ἄδω «τραγουδώ»].
Dictionary of Greek. 2013.